«Είδε λοιπόν, ότι η δυστυχία ήταν ο ένας πόλος του επιφανειακού νου ή του φλοιού, ενώ ο άλλος ήταν η ευτυχία, μια ευτυχία, ωστόσο που εύκολα γύριζε στον αντίθετο πόλο της, τη δυστυχία..
Με την παραμικρή αντιξοότητα. Ήταν ευτυχία με όρους. Γι αυτό οι άνθρωποι την περιφρουρούσαν με δρακόντια μέσα, χτίζοντας τείχη γύρω της, κρατώντας την σπασμωδικά, ή καλύτερα, κρατώντας τις συνθήκες που μέσα τους μπορεί να ζήσει. Αλλά έτσι, από κάτω υποβόσκει πάντα η αγωνία μήπως οι όροι αλλάξουν και η ευτυχία διαλυθεί, αφήνοντας στη θέση της το αντίθετό της, τη δυστυχία. Επομένως, ούτε μέσα στο κλίμα της ευτυχίας μπορεί να νιώσει κανείς απόλυτα ευτυχισμένος, επειδή υπάρχει ο φόβος της στέρησης της ευτυχίας. Αλλά ούτε τη δυστυχία τη ζει κανείς ανόθευτα. Αυτόματα, μπαίνει σε κίνηση ο αντίθετος μηχανισμός με τη μορφή της ελπίδας, της προσδοκίας, του ονειροπολήματος, ακόμα και της ενεργητικής προσπάθειας για φυγή.
Που βρισκόταν, λοιπόν, η αληθινή ευτυχία, μια ευτυχία ανεξάρτητη από αντιξοότητες, που να μην χαλά με τίποτα, που να μην μετατρέπεται σε δυστυχία; H Θ. είχε ζήσει στο κλίμα της αληθινής ευτυχίας, που την ονόμαζε «το άχρονο». Βέβαια, η γεύση της δεν έμοιαζε με τη γεύση της λεγόμενης «ευτυχίας», αλλά τι σημασία είχε αυτό; Η Θ. δεν μπορούσε να σταθεί στη γεύση, το θέμα την έκαιγε στη βασική ουσία του. Και το άχρονο βρισκόταν κάτω από το ζευγάρι ευτυχία – δυστυχία που ζει στην επιφάνεια του είναι ή στον φλοιό του εγκεφάλου. Το μυστικό, λοιπόν, ήταν να βυθιστεί κανείς κάτω από την επιφάνεια των αντιθετικών ζευγών. Οπότε η ευτυχία και η δυστυχία παύουν πια να έχουν νόημα. Όποια τροπή κι αν πάει τότε η ζωή του ανθρώπου, καλή ή κακή, σύμφωνα με τα κριτήρια της επιφάνειας, αυτός που έχει τις ρίζες του στο άχρονο δεν νιώθει ούτε ευτυχισμένος ούτε δυστυχισμένος με την τρέχουσα έννοια. Δεν τον αγγίζει πια η ευτυχία ή η δυστυχία της επιφάνειας. Τίποτα επιφανειακό δεν μπορεί να προσθέσει έστω και μια σταγόνα στην πληρότητα του άχρονου και τίποτα να αφαιρέσει έστω έναν κόκκο από την ίδια αυτή πληρότητα. Το Πλήρες, το Άχρονο, δεν υπόκειται ούτε σε αύξηση, ούτε σε μείωση.
«Για σκέψου ότι ήμουν αιχμάλωτη των αντιθέσεων της επιφάνειας τόσα χρόνια!» συλλογίστηκε. «Για σκέψου επίσης πόσοι άνθρωποι κυνηγούν την ευτυχία της επιφάνειας, πέφτοντας στο αντίθετό της, χωρίς να υποπτεύονται την ύπαρξη ενός υπόβαθρου από αδιάσπαστη Ευτυχία που δεν έχει καμμιά σχέση με τις αντιθέσεις. Ωστόσο, θα άγγιζα ποτέ το άχρονο και πλήρες αν δεν είχα χτυπηθεί αλύπητα ανάμεσα στις Συμπληγάδες των αντιθέτων;»
Ιερός Γάμος 4
Σοφία Άντζακα
Με την παραμικρή αντιξοότητα. Ήταν ευτυχία με όρους. Γι αυτό οι άνθρωποι την περιφρουρούσαν με δρακόντια μέσα, χτίζοντας τείχη γύρω της, κρατώντας την σπασμωδικά, ή καλύτερα, κρατώντας τις συνθήκες που μέσα τους μπορεί να ζήσει. Αλλά έτσι, από κάτω υποβόσκει πάντα η αγωνία μήπως οι όροι αλλάξουν και η ευτυχία διαλυθεί, αφήνοντας στη θέση της το αντίθετό της, τη δυστυχία. Επομένως, ούτε μέσα στο κλίμα της ευτυχίας μπορεί να νιώσει κανείς απόλυτα ευτυχισμένος, επειδή υπάρχει ο φόβος της στέρησης της ευτυχίας. Αλλά ούτε τη δυστυχία τη ζει κανείς ανόθευτα. Αυτόματα, μπαίνει σε κίνηση ο αντίθετος μηχανισμός με τη μορφή της ελπίδας, της προσδοκίας, του ονειροπολήματος, ακόμα και της ενεργητικής προσπάθειας για φυγή.
Που βρισκόταν, λοιπόν, η αληθινή ευτυχία, μια ευτυχία ανεξάρτητη από αντιξοότητες, που να μην χαλά με τίποτα, που να μην μετατρέπεται σε δυστυχία; H Θ. είχε ζήσει στο κλίμα της αληθινής ευτυχίας, που την ονόμαζε «το άχρονο». Βέβαια, η γεύση της δεν έμοιαζε με τη γεύση της λεγόμενης «ευτυχίας», αλλά τι σημασία είχε αυτό; Η Θ. δεν μπορούσε να σταθεί στη γεύση, το θέμα την έκαιγε στη βασική ουσία του. Και το άχρονο βρισκόταν κάτω από το ζευγάρι ευτυχία – δυστυχία που ζει στην επιφάνεια του είναι ή στον φλοιό του εγκεφάλου. Το μυστικό, λοιπόν, ήταν να βυθιστεί κανείς κάτω από την επιφάνεια των αντιθετικών ζευγών. Οπότε η ευτυχία και η δυστυχία παύουν πια να έχουν νόημα. Όποια τροπή κι αν πάει τότε η ζωή του ανθρώπου, καλή ή κακή, σύμφωνα με τα κριτήρια της επιφάνειας, αυτός που έχει τις ρίζες του στο άχρονο δεν νιώθει ούτε ευτυχισμένος ούτε δυστυχισμένος με την τρέχουσα έννοια. Δεν τον αγγίζει πια η ευτυχία ή η δυστυχία της επιφάνειας. Τίποτα επιφανειακό δεν μπορεί να προσθέσει έστω και μια σταγόνα στην πληρότητα του άχρονου και τίποτα να αφαιρέσει έστω έναν κόκκο από την ίδια αυτή πληρότητα. Το Πλήρες, το Άχρονο, δεν υπόκειται ούτε σε αύξηση, ούτε σε μείωση.
«Για σκέψου ότι ήμουν αιχμάλωτη των αντιθέσεων της επιφάνειας τόσα χρόνια!» συλλογίστηκε. «Για σκέψου επίσης πόσοι άνθρωποι κυνηγούν την ευτυχία της επιφάνειας, πέφτοντας στο αντίθετό της, χωρίς να υποπτεύονται την ύπαρξη ενός υπόβαθρου από αδιάσπαστη Ευτυχία που δεν έχει καμμιά σχέση με τις αντιθέσεις. Ωστόσο, θα άγγιζα ποτέ το άχρονο και πλήρες αν δεν είχα χτυπηθεί αλύπητα ανάμεσα στις Συμπληγάδες των αντιθέτων;»
Ιερός Γάμος 4
Σοφία Άντζακα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου